Στατήρας της Αίγινας ανάμεσα σε ευρήματα, που χαρακτηρίζονται ως εξαιρετικής αρχαιολογικής σημασίας και σπανιότητας, στην αρχαιολογική έρευνα της «Αρχαίας Τενέας».

statires-draxmi-aeginas.jpg

Στατήρες και μία δραχμή της Αίγινας, περιλαμβάνονται στα ευρήματα της Συστηματικής Αρχαιολογικής Έρευνας «Αρχαίας Τενέας» στο Χιλιομόδι Κορινθίας 2023, σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση του Υπουργείου Πολιτισμού, που δημοσιεύθηκε χθες.

Από το Podcasting Feed του Ενημερωτικού Δελτίου στο ραδιόφωνο του Aegina Portal.




Σε άλλο σημείο της ανακοίνωσης, μέρος της οποίας ακολουθεί, επισημαίνεται η έντονη παρουσία εισηγμένης κεραμικής από την Αίγινα.

Στην ίδια ανακοίνωση γίνεται ξεχωριστή αναφορά στα νομίσματα: "Ο θησαυρός περιλαμβάνει νομίσματα που χρονολογούνται από τον ύστερο 6ο αι. π.Χ. μέχρι και τη δεκαετία του 330 π.Χ., πολλά εξ αυτών από τα σπανιότερα και πλέον ιστορικά νομίσματα της αρχαίας Ελλάδας, όπως τρεις στατήρες Ήλιδος που κόπηκαν στην Ολυμπία κατά τη διάρκεια διαφορετικών Ολυμπιακών Αγώνων, στατήρα της Αίγινας με χερσαία αντί για θαλάσσια χελώνα, στατήρες Στύμφαλου, Άργους και Οπουντίων Λοκρών, καθώς στατήρα Θήβας του 5ου αι. π. Χ. που απεικονίζει τον Ηρακλή να πνίγει με τα χέρια του δύο φίδια". 

Ακολουθούν αποσπάσματα της σχετικής ανακοίνωσης: "Τον Οκτώβριο του 2023 ολοκληρώθηκαν οι εργασίες της συστηματικής αρχαιολογικής έρευνας στο Χιλιομόδι Κορινθίας, στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος «Αρχαίας Τενέας», υπό τη διεύθυνση της αρχαιολόγου δρ. Έλενας Κόρκα και με φορέα υλοποίησης τη Διεύθυνση Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων του Υπουργείου Πολιτισμού. Διαβάστε περισσότερα...


Η ανασκαφή, μεταξύ άλλων, αποκάλυψε για πρώτη φορά φέτος, τμήμα του Αδριάνειου υδραγωγείου στην περιοχή της αρχαίας Τενέας, προσδιορίζοντας επακριβώς πλέον την πορεία ενός από τα μεγαλύτερα υδραυλικά έργα του 2ου αι. μ.Χ. στον ελλαδικό χώρο, που σκοπό είχε την υδροδότηση της Αρχαίας Κορίνθου από τη Στυμφαλία (εικ. 1). Ταυτόχρονα, εντοπίστηκε και ανασκάφηκε τμήμα του προϊστορικού οικισμού της Τενέας, που χρονολογείται στην Πρώιμη εποχή του Χαλκού ΙΙ (2.600 – 2300 π.Χ), επιβεβαιώνοντας την κατοίκηση της περιοχής πριν τη πτώση της Τροίας. Επιπρόσθετα, αποκαλύφθηκε πλούσιο κτιριακό συγκρότημα των ύστερων αρχαϊκών χρόνων μέχρι τους ελληνιστικούς χρόνους, με επιμέρους χώρους λατρευτικής χρήσης μεταξύ αυτών και τριών εξαιρετικά επιμελημένων δεξαμενών, η μια εξ αυτών με κλίμακα καθόδου - ανόδου. Εξαιρετικής αρχαιολογικής σημασίας και σπανιότητας είναι ο θησαυρός 29 αργυρών αρχαίων ελληνικών νομισμάτων (εικ. 2) που εντοπίστηκε μαζί με φορητό πήλινο βωμό, μικρογραφικό αγγείο και ειδώλιο ίππου με αναβάτη. Ο θησαυρός περιλαμβάνει νομίσματα που χρονολογούνται από τον ύστερο 6ο αι. π.Χ. μέχρι και τη δεκαετία του 330 π.Χ., πολλά εξ αυτών από τα σπανιότερα και πλέον ιστορικά νομίσματα της αρχαίας Ελλάδας, όπως τρεις στατήρες Ήλιδος που κόπηκαν στην Ολυμπία κατά τη διάρκεια διαφορετικών Ολυμπιακών Αγώνων, στατήρα της Αίγινας με χερσαία αντί για θαλάσσια χελώνα, στατήρες Στύμφαλου, Άργους και Οπουντίων Λοκρών, καθώς στατήρα Θήβας του 5ου αι. π. Χ. που απεικονίζει τον Ηρακλή να πνίγει με τα χέρια του δύο φίδια. Η παρουσία του εν λόγω θησαυρού συνδέεται με τα ευρήματα λατρευτικής χρήσης (γυναικεία και ζωόμορφα ειδώλια, μικρογραφικά αγγεία και άλλα) που είχαν εντοπιστεί πέρυσι και συνέχισαν να εντοπίζονται και φέτος προσδίδοντας ξεκάθαρα τελετουργικό χαρακτήρα στους χώρους που αποκαλύπτονται. Σε ανώτερα ανασκαφικά στρώματα ανασκάφηκαν δύο κτιριακά συγκροτήματα των ρωμαϊκών και ύστερων ρωμαϊκών χρόνων. Το ένα έκτασης 160 τ.μ. που αποτελεί συνέχεια αυτού των 281 τ.μ. του 2022, με επιμέρους εργαστηριακές  εγκαταστάσεις και χώρους αποθήκευσης. Το δεύτερο κτηριακό συγκρότημα ανεσκαμμένης έκτασης 300 τ.μ. με επιμέρους δωμάτια περιμετρικά ενός υπερυψωμένου στεγασμένου προστώου - διαδρόμου μήκους μέχρις στιγμής 14,5 μ. και πλάτους 3 μ., που φέρει επίστρωση από πήλινες πλάκες. Τέλος, ανασκάφηκαν στη ζώνη των νεκροταφείων και δίπλα στο ρωμαϊκό ταφικό μνημείου ΙΙ του 2022 λακκοειδείς τάφοι ρωμαϊκών χρόνων (εικ. 3) και συστάδα αρχαϊκών τάφων πλούσια κτερισμένων.

Προϊστορικός οικισμός (αγρός Μ.Κορδώση).

Στις παρυφές του λόφου «Άγιοι Ασώματοι» ανατολικά του υδραγωγείου αποκαλύφθηκαν τα πρώτα κατάλοιπα του προϊστορικού οικισμού της Τενέας. Συγκεκριμένα ανασκάφηκαν οδικές αρτηρίες που ανήκαν σε ένα ευρύτερο πολεοδομικό πρότυπο όπου οι οικίες διαμορφώνονταν εκατέρωθεν (εικ. 7). Αποκαλύφθηκαν τα τμήματα δύο τοίχων στον άξονα Α/Δ διαστάσεων έκαστος 6, 50 μ. μήκος και 0,55 μ. πλάτος και 5,30 μ. μήκος και 0,50 μ. πλάτος, κατασκευασμένοι από αργούς λίθους μεσαίου μεγέθους με συνδετικό υλικό χώμα. Χαρακτηριστική είναι η μεγάλη συγκέντρωση οπτοπλίνθων τετράγωνης κυρίως διατομής με διαμορφωμένα μέτωπα στις 4 πλευρές τους που πιθανότατα αποτελούν την ανωδομή των τοίχων. Επιπλέον ανασκάφηκε θερμική κατασκευή ελλειψοειδούς σχήματος μήκους 1,50 μ. και πλάτους 0,90 μ. Περισυλλέχθηκε σημαντική ποσότητα εργαλείων από οψιανό, χειροποίητης κεραμικής από χονδροειδή και λεπτόκοκκα αγγεία με καλά λειασμένες και στιλβωμένες επιφάνειες και ποικίλα επιχρίσματα. Μεταξύ άλλων εντοπίζονται πίθοι, πρόχοι, φιάλες, σαλτσιέρες, λεκανίδες, τριποδικά αγγεία, κρατευτές και πήλινες εστίες. Επίσης, βρέθηκαν τμήματα από αρύταινες και κουτάλια, σφονδύλια, ζωόμορφα ειδώλια κριαριών και μια οστέινη κτένα. Αξίζει να επισημανθεί η έντονη παρουσία εισηγμένης κεραμικής από την Αίγινα, την Αττική, την Αργολίδα και την Κόρινθο, δηλωτικό των επαφών που είχε αναπτύξει ο εν λόγω οικισμός με αυτές τις περιοχές. Τα ευρήματα του οικισμού είναι χρονολογικά σύγχρονα με αυτά του κτιστού αποθέτη που ανασκάφηκε το 2021, τα οποία ωστόσο ήταν αντικείμενα τελετουργικών αποθέσεων. Σε κάθε περίπτωση ο αποθέτης φαίνεται πως είναι μέρος του ευρύτερου οικοδομικού ιστού του συγκεκριμένου οικισμού, ο οποίος απλώνεται σε μεγάλη έκταση.

Ύστεροι αρχαϊκοί έως και ελληνιστικοί χρόνοι.

Σε χαμηλότερο ανασκαφικό στρώμα εντοπίζονται δομές κτιρίων ενός πιθανότατα ευρύτερου οικοδομικού συγκροτήματος, στο οποίο εντάσσεται και το κτίριο έκτασης 130 τ.μ. που εντοπίστηκε το 2022 στον αγρό Σκούρτη. Στο σύνολό τους καταδεικνύουν τη χρήση του χώρου από τους ύστερους αρχαϊκούς μέχρι και τους ελληνιστικούς χρόνους. Εντοπίζονται τα κατάλοιπα τεσσάρων τουλάχιστον κτιρίων, δύο μικρότερων, ενός μεγαλύτερου εντός του οποίου εμπεριέχεται πολυτελής υπόγεια δεξαμενή με κλίμακα καθόδου - ανόδου και κεντρικό λίθο στο εσωτερικό της για τη στήριξη της στέγασής της (εικ. 11), και ενός ακόμη μεγαλύτερου κτιρίου με επιμέρους δωμάτια, καθώς και δύο επιπλέον υπόγειων δεξαμενών, οι οποίες συνδέονται με ισχυρό τοίχο στα δυτικά τους. Η γενικότερη εικόνα του χώρου είναι αυτή της έντονης λιθολόγησης των μνημείων κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους και στην περίπτωση των δύο υπόγειων δεξαμενών η επανάχρησή τους με νέα επίστρωση κονιάματος. Κύριο χαρακτηριστικό των ανωτέρω χώρων είναι ο εντοπισμός μικρογραφικών αγγείων και ειδωλίων (εικ. 12, 13), ηθμοειδών αγγείων και λύχνων (εικ. 14) που παραπέμπουν σε τελετουργικού χαρακτήρα χρήση. Το γεγονός αυτό ενισχύεται με τον εντοπισμό της απόθεσης μικρού φορητού πήλινου βωμίσκου με μικρογραφικό σκυφίδιο και ειδώλιο ίππου με αναβάτη μαζί με 29 αργυρά αρχαία ελληνικά νομίσματα (εικ. 15). Συγκεκριμένα πρόκειται για θησαυρό που αποτελείται από 20 στατήρες, 5 δραχμές, 3 ημίδραχμα και 1 διόβολο (7 στατήρες και 1 δραχμή Αιγίνης, 5 στατήρες και 1 δραχμή Οπούντιων Λοκρών, 3 στατήρες Ήλιδας, που είναι κοπές Ολυμπιακών Αγώνων, 2 στατήρες και 1 δραχμή Κοινού Βοιωτών, 1 στατήρα Ορχομενού, 1 στατήρα και 2 ημίδραχμα Άργους, 1 στατήρα Στυμφάλου, 1 ημίδραχμο Φωκίδας, 2 δραχμές Σικυώνας και 1 διόβολο Κορίνθου). Καθώς η τελευταία χρονολογικά κοπή του θησαυρού δεν είναι μεταγενέστερη από τη δεκαετία του 330 π. Χ., η συγκρότηση και απόκρυψη του θησαυρού μάλλον χρονολογείται σε εκείνη τη δεκαετία. Στον ίδιο χώρο βρέθηκαν και τέσσερα αργυρά νομίσματα της ύστερης κλασικής εποχής που αποτελούν χωριστό θησαυρό (εικ. 16.1, 16.2, 16.3, 16.4). Πρόκειται για μια δραχμή, δύο ημίδραχμα και τριημιοβόλιο Κορίνθου του πρώτου μισού του 4ου αιώνα π. Χ.