Με αφορμή την επιστολή του Νεκτάριου Κοντοβράκη και προς ενδυνάμωση των γραφομένων, θα πρέπει να παρατηρήσω τα ακόλουθα.
Η αισθητική του δομημένου περιβάλλοντος βασίζεται αδιαμφισβήτητα σε μεγάλο βαθμό στη χρωματική ταυτότητα. Η αλήθεια είναι ότι αυτή η χρωματική ταυτότητα ήταν διακριτή και ισχυρή στο νησί μας, χαρακτηρίζοντας και αναδεικνύοντάς το, τόσο μέσα από τη λαϊκή αρχιτεκτονική του στους περιφερειακούς οικισμούς, όσο και μέσα από την νεοκλασική του περίοδο στην πόλη της Αίγινας, αλλά και σε σημεία αστικής πύκνωσης.
Αυτό που ο Νεκτάριος Κοντοβράκης καταδεικνύει βιωματικά με την ευαισθησία του εικαστικού, τεκμηριώνεται και επιστημονικά. Η σβησμένη άσβεστος ήταν η βάση, η οποία με νερό παρήγαγε το γαλάκτωμα ασβέστου και μέσα σε αυτό διαλυόντουσαν οι γαιώδεις, ορυκτές χρωστικές σε μορφή σκόνης. Ο βαθμός ωρίμανσης και η ποιότητα του πολτού της ασβέστου καθόριζε τις ιδιότητες και την αντοχή της βαφής σε βάθος χρόνου. Ο λόγος για τον οποίο πραγματοποιήθηκε η στροφή προς τις ευρέως χρησιμοποιούμενες εμπορικές βαφές (ακρυλικά και πλαστικά) ήταν, εκτός από τη βιομηχανική παραγωγή και τη δυνατότητα της ακριβούς αναπαραγωγής του χρωματισμού, και η κατακόρυφη ανάπτυξη των οικοδομικών δραστηριοτήτων, που οδήγησαν σε μεγάλη απορρόφηση και παραγωγή αμφίβολης ποιότητας ασβέστου, κατά την άποψή μου. Έτσι, η περίοδος ωρίμανσης και η ποιότητα μειώθηκαν και το ίδιο και η αντοχή της επίχρωσης στον χρόνο.
Αυτό είχε επιπτώσεις στην αισθητική, μια και η παλλόμενη διαφάνεια των ασβεστοχρωμάτων αντικαταστάθηκε από την επίπεδη καλυπτικότητα των βιομηχανικών χρωστικών. Σήμερα, σε περιπτώσεις προσεκτικής συντήρησης, χρησιμοποιούνται ασβεστοχρώματα μεγάλης περιόδου ωρίμανσης (έως και 24 μηνών) με δυσβάσταχτο κόστος σε πολλές περιπτώσεις, αλλά και με πρόσθετα οφέλη, όπως διαπνοή, αντοχή στην υπεριώδη ακτινοβολία, κ.ά.
Το αποτέλεσμα της πρόσφατης συντήρησης χρωματισμών των δημοσίων κτιρίων, πράγματι δε διαθέτει κανένα από τα κριτήρια και τα εχέγγυα του χρωματικού παρελθόντος του νησιού μας και αυτό δεν οφείλεται απλά στην επιλογή του είδους της επίχρωσης, αλλά στην έλλειψη γνώσεων για τις κατάλληλες χρωματικές επιλογές. Έτσι, αναπαράγεται μία εικόνα, η οποία δεν υφίστατο, και δημιουργεί ακατάλληλα πρότυπα για τους δημότες, που τυχόν θα θέλουν να εμπιστευτούν το αποτέλεσμα.
Η άποψη του Νεκτάριου Κοντοβράκη για τη δημιουργία μιας επικουρικής επιτροπής στο Δήμο με βρίσκει σύμφωνη, με βάση και το Πρωτόκολλο Συνεργασίας που έχει υπογραφεί ανάμεσα στο Εργαστήριο «Σχεδιασμού, Αρχιτεκτονικής Εσωτερικών Χώρων και Οπτικοακουστικής Τεκμηρίωσης» του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής και τον Δήμο Αίγινας. Εξ’ άλλου στη σημερινή εποχή υπάρχουν μια σειρά επιστημονικές μη καταστροφικές μέθοδοι τεκμηρίωσης (π.χ. φυσικοχημική μελέτη δειγμάτων χρωματικών στρωμάτων, κ.ά.) οι οποίες είναι ευρέως εφαρμοζόμενες και μπορούν ν’ αποκαλύψουν την ταυτότητα (χρωστικές, αναλογίες, προέλευση, κ.λπ.) και να οδηγήσουν σε ασφαλή συμπεράσματα για τη δημιουργία χρωματικών οδηγών. Σε αυτό μπορεί να συντελέσει και η συγκέντρωση αρχειακού υλικού (π.χ. φωτογραφίες) και εικαστικού έργου -οι αναπαραστάσεις του Σπύρου Βασιλείου συγκροτούν μαζί με τους αναφερόμενους από τον Νεκτάριο Κοντοβράκη ένα εξαιρετικό υπόβαθρο αναφοράς. Σε αυτή την κατεύθυνση συνηγορούν και σειρά επιστημονικών δημοσιεύσεων- από τις σημειώσεις του Σάββα Κονταράτου για το χρωματικό διάκοσμο των νεοκλασικών κτιρίων στον Αργοσαρωνικό, μέχρι την ανάλυση των επιχρώσεων στην οικία Ροδάκη https://www.archaiologia.gr/blog/2019/09/30/o-χρωματικός-διάκοσμος-της-οικίας-ροδά και https://link.springer.com/chapter/10.1007%2F978-3-030-12957-6_35, μαζί με πλήθος άλλα.
Ζωή Γεωργιάδου