Η αποστολή του νέου βιβλιόφιλου που παρατηρεί τα ράφια του βιβλιοπωλείου στο τμήμα «Νησιώτης Κώστας» μπορεί να χαρακτηριστεί εύκολη. Οι πέντε εκδοτικές δραστηριότητες μπροστά του είναι μικρά ή μεγάλα διαμαντάκια, που συνθέτουν την εικόνα ενός «μονήρη, μεταφραστή και αυτοεξόριστου στο Λονδίνο, ο οποίος ασχολείται με τη γραφή και ονειρεύεται ασύστολα.» Έτσι συστηνόταν πριν από κάποιο καιρό ο κ.Κώστας Νησιώτης. Με αφορμή τη συλλογή διηγημάτων του που έφτασε στα χέρια μας, με τίτλο «Το Επιτύμβιο» (Εκδόσεις Ιδεόγραμμα), η συγκεκριμένη παρουσίαση αποσκοπεί να μας διευκολύνει στην πρώτη μας επαφή με τον ποιητή και πεζογράφο, η πένα του οποίου άρχισε να μας απασχολεί πριν από περίπου μια δεκαετία.
Διόλου αυτοεξόριστος δεν θα επιθυμούσαμε να αισθάνεται ο κ.Νησιώτης στην Αίγινα και αυτό φανερώνεται από το γεγονός ότι βιώνει την έννοια της Φιλοξενίας στο νησί με τον καλύτερο τρόπο. Οι δυο λογοτεχνικές βραδιές με τους ποιητές Σώζο Μπέση και Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ, υπό την αιγίδα του περιοδικού Αιγιναία και του Δήμου με το Λαογραφικό Μουσείο αντίστοιχα, προσέφεραν άριστη ευκαιρία στους Αιγινήτες να κοινωνήσουν το έργο του. Με αφετηρία και πυξίδα τη μετάφραση του αραβικού αριστουργήματος του «Προφήτη» (Χαλίλ Γκιμπράν, εκδόσεις Printa) συνεχίζει να δημιουργεί με πυκνότητα αλλά και ποιότητα, τις ποιητικές συλλογές «Όταν σβήσουν τα φώτα» και «Βραδινές ψιχάλες» (Εκδόσεις Ίαμβος). Φλερτάρει με την αριθμολογία και τα τσιτάτα στη «Γραμμική γραφή» (Εκδόσεις Εριφύλη), μια, όπως ο ίδιος τη χαρακτηρίζει, συλλογή από «σχόλια, διαπιστώσεις, απορίες, ουτοπίες της μια γραμμής». Ανταγωνίζεται σε εφευρετικότητα και σε λεπτομέρεια τα διηγήματα του Shelley στο «Επιτύμβιο», μια συλλογή ετερόκλητων χαρακτήρων και αλλόκοτων καταστάσεων που συναντά κανείς στην ιρλανδέζικη φαντασία του Mc Cormack ή στις ουμανιστικές σκηνοθετικές καταγραφές του Bob Wilson.
Για τον κ.Νησιώτη, εκτιμώ πως η τέχνη του τον εκπροσωπεί καλύτερα από οποιαδήποτε κριτική ή αναφορά. Απέχει εντελώς από την εικόνα των «ψευτοσκεπτόμενων επαναστατών» οι οποίοι δεν διασαφηνίζουν ποτέ τις αιτίες της επανάστασής τους. Δεν πασπαλίζει τα έργα του με θεωρητικές ιδεολογίες περί ουράνιου τόξου, απόλυτης ελευθερίας και λοιπών ετεροχρονιστικών φιλοσοφιών. Ούτε αποτελεί έναν άψογο διαφημιστή του εαυτού του (ενός παγκόσμιου προϊόντος δηλαδή, όπως η γραφή), αυτοδίδακτου και αλάνθαστου.
Αφήνει πίσω του μικρά, σεμνά ίχνη της δουλειά του και όχι περίτρανες, μεγαλόστομες αποδείξεις, όπως οφείλει κάθε καλλιτέχνης. Δεν ανάγει τις προσωπικές δυσκολίες σε κοινωνικό πρόβλημα που θα έπρεπε να μας αφορά, όπως κάνουν οι απανταχού επίδοξοι διάδοχοι του Καρυωτάκη και του Καραγάτση. Η τέχνη του είναι μια θαυμαστή απεικόνιση του τι υπάρχει μέσα στο νου του. Δεν είναι τεχνικά βελτιωμένη για να εξυπηρετήσει εμπορικούς σκοπούς. Είναι μια μεταφορά στο χαρτί για τα σκαμπανεβάσματα της ψυχής και για το μυστήριο της ζωής.